close search results icon

Φωτιά στη Χαβάη: Ξεπέρασαν τους 100 οι νεκροί - «Έως και 1.300 οι αγνοούμενοι»

Φωτιά στη Χαβάη: Ξεπέρασαν τους 100 οι νεκροί - «Έως και 1.300 οι αγνοούμενοι»

Ο απολογισμός των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς που έσβησε από τον χάρτη μια πόλη του νησιού Μάουι, ξεπέρασε πλέον τους εκατό νεκρούς, ανακοίνωσε ο κυβερνήτης της πολιτείας των ΗΠΑ, Τζος Γκριν, μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN.

«Πλέον έχουν χαθεί 101 ζωές», δήλωσε και πρόσθεσε πως τα συνεργεία έρευνας έχουν μέχρι στιγμής ολοκληρώσει το έργο τους σε κάτι περισσότερο από το ένα τέταρτο της ζώνης επιχειρήσεων.

Τη Δευτέρα ο Τζος Γκρίν είχε δηλώσει πως ο απολογισμός αυτών των πυρκαγιών, των πιο πολύνεκρων εδώ και πάνω από έναν αιώνα στις ΗΠΑ, ενδέχεται να αυξηθεί δραματικά τις επόμενες ημέρες, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, υπήρχαν ακόμη κάπου 1.300 αγνοούμενοι.

Η Λαχάινα, στα δυτικά παράλια του Μάουι, καταστράφηκε σχεδόν όλη από τις φλόγες. Χιλιάδες κτίρια καταστράφηκαν, πολλά μετατράπηκαν σε γκρίζους σωρούς στάχτης. Η άλλοτε πρωτεύουσα του βασιλείου της Χαβάης, που μέτραγε 12.000 κατοίκους, πλέον μετράει τους νεκρούς της.

Οι αρχές παροτρύνουν τις τελευταίες ημέρες τους συγγενείς αγνοουμένων να κάνουν εξετάσεις DNA, προκειμένου να διευκολυνθεί η ταυτοποίηση των θυμάτων, καθώς πολλά από τα πτώματα που εντοπίζονται είναι αδύνατο να αναγνωριστούν.

Σχεδόν 100 άνθρωποι έχουν πεθάνει στη Χαβάη από τη φονική φωτιά, ωστόσο με μόλις το 3% της ερειπωμένης πόλης Λαχάινα να έχει ερευνηθεί, υπάρχουν μεγάλοι φόβοι για μία ραγδαία αύξηση του αριθμού των νεκρών.

«Κανείς από εμάς δεν γνωρίζει ακόμα το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής», προειδοποιεί ο αρχηγός της αστυνομίας του Μάουι, Τζον Πελετιέ. Επιζώντες που μοιράστηκαν τις ιστορίες τους με το BBC φαίνεται να κατηγορούν για την καταστροφή τις Αρχές που δεν σήμαναν συναγερμό εγκαίρως, με αποτέλεσμα η Λαχάινα να μετατραπεί σε ένα «απέραντο κρεματόριο».

Το πρωί της Τρίτης, οι κάτοικοι της Λαχάινα ξύπνησαν για να διαπιστώσουν ότι το ρεύμα τους είχε διακοπεί. Τα τηλέφωνα δεν είχαν φορτιστεί, τα ξυπνητήρια παρέμειναν αθόρυβα και τα κλιματιστικά έκλεισαν.

«Μας έλεγαν ότι η φωτιά ήταν οριοθετημένη»

Ο Λες Μαν, ένας 42χρονος κάτοικος, κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, όταν μία τηλεφωνική κλήση που πραγματοποιούσε με άτομο στην άλλη άκρη των ΗΠΑ διακόπηκε ξαφνικά. Ο άνδρας είχε ξυπνήσει στις 4:00 π.μ. εκείνη την ημέρα για να καλύψει τη διαφορά ώρας των έξι ωρών με την ανατολική ακτή της χώρας. Στη μέση της συνομιλίας, η σύνδεση κόπηκε.

Αλλά η διακοπή από μόνη της δεν ήταν ιδιαίτερα ανησυχητική, είπε ο Μαν. «Απλώς νόμιζα ότι θα ήταν άλλο ένα μπλακ άουτ», είπε, επισημαίνοντας ότι διακοπές στις τηλεπεικοινωνίες συμβαίνουν συχνά στη Χαβάη, εξαιτίας των ανέμων που σφυροκοπούν συχνά την ακτή.

Ο Μαν, όπως και πολύς ακόμα κόσμος, υπέθεσε ότι αυτή η διακοπή είχε να κάνει με τον κοντινό τυφώνα Dora, για τον οποίο οι αρχές είχαν προειδοποιήσει ότι θα μπορούσε να φέρει ριπές ταχύτητας έως και 105 χλμ./ώρα στο Μάουι.

Επίσης, εκείνη την ώρα, οι τοπικές πυρκαγιές που τροφοδοτούνταν από τους ανέμους του τυφώνα έμοιαζαν ασήμαντες.

Μέχρι τις 9:55 π.μ., οι αξιωματούχοι είχαν κηρύξει τη φωτιά στην Λαχάινα ως «100% περιορισμένη» . Στους κατοίκους δεν δόθηκε καμία ένδειξη ότι θα αναζωπυρωθεί ξανά.

Ο Ρίτσαρντ Τένισον, ένας άστεγος κάτοικος της Λαχάινα, ξύπνησε από τους ορμητικούς ανέμους. Όρθιος κοντά στην πόρτα ενός φαρμακείου όπου είχε στήσει την «σκηνή» του για τη νύχτα, έβλεπε τα κλινοσκεπάσματα του να παρασύρονται από τον άνεμο, που φυσούσε στην καρδιά της ιστορικής πόλης.

Ο καιρός είχε αρχίσει να επιδεινώνεται, σύμφωνα με την κάτοικο της Λαχάινα, Λιν Ρόμπισον, που είχε ξυπνήσει από τα χαράματα της περασμένης Τρίτης. Γύρω στις 8 το πρωί, η γυναίκα μύρισε για πρώτη φορά καπνό. Αλλά δεν ανησύχησε ιδιαίτερα. Η Χαβάη, όπως λέει, ήταν συνηθισμένη στους τυφώνες και τις καταιγίδες, και ό,τι αυτά μπορούν να φέρουν.

Γύρω στις 3 το μεσημέρι, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν.

«Καταλάβαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, όταν η φωτιά είχε πια φτάσει στα σπίτια»

Ο Λες Μαν είχε βγει έξω για να βγάλει τα σκουπίδια. Μιλούσε με τους γείτονές του για τον «παράξενο άνεμο», οι ριπές του οποίου μεγάλωναν τόσο γρήγορα και τόσο δυνατά που μετά βίας άκουγαν ο ένας τον άλλον να μιλάει.

Υπέθεσαν, εσφαλμένα, ότι η σκόνη και η στάχτη στον αέρα οφείλονταν σε κατασκευαστικές εργασίες.

Ξαφνικά, οι συναγερμοί καπνού του κτιρίου άρχισαν να χτυπούν. Οι κάτοικοι άδειασαν τα διαμερίσματά τους. Έξω, είδαν για πρώτη φορά σημάδια της φωτιάς που εξαπλωνόταν.

«Σε εκείνο το σημείο όλοι άρχισαν να πανικοβάλλονται», είπε ο Μαν.

Ο άνδρας έτρεξε ξανά μέσα και προσπάθησε να αρπάξει το πορτοφόλι του, αλλά η ζέστη και ο καπνός τον ανάγκασαν να τραπεί σε φυγή χωρίς τίποτα άλλο εκτός από τα ρούχα στην πλάτη του. Όλα έγιναν μαύρα. Πνιγμένος από τον καπνό, έφυγε προς το μόνο πράγμα που μπορούσε να δει, τα μπλε φώτα ενός αστυνομικού αυτοκινήτου, και έπεσε στο πίσω κάθισμά του.

Ο 42χρονος δεν είχε ακούσει καμιά σειρήνα να τον ειδοποιεί για τη φωτιά και δεν είχε λάβει επίσημη ειδοποίηση για εκκένωση. Καμιά προειδοποίηση δεν έλαβαν, επίσης, οι περίπου 25 επιζώντες που μίλησαν στο BBC.

Στο Μάουι, το δεύτερο μεγαλύτερο νησί του αρχιπελάγους της Χαβάης, υπάρχουν 80 εξωτερικές σειρήνες – που ελέγχονται κάθε μήνα – που προειδοποιούν τους κατοίκους για τσουνάμι και άλλες φυσικές καταστροφές.

Αλλά αυτές οι σειρήνες έγκαιρης προειδοποίησης δεν είχαν ηχήσει, επιβεβαίωσαν οι αξιωματούχοι, μια αποτυχία που τώρα ερευνάται από τον γενικό εισαγγελέα της Χαβάης. Μερικοί κάτοικοι είπαν σε άλλα μέσα ενημέρωσης ότι έλαβαν ειδοποιήσεις στα κινητά τους τηλέφωνα νωρίς την Τρίτη, αλλά το μπλακ άουτ στα δυτικά του Μάουι μπορεί να περιόρισε την εμβέλειά τους.

Μερικοί άνθρωποι – τόσο αξιωματούχοι όσο και κάτοικοι – είπαν ότι η πυρκαγιά μπορεί απλώς να κινήθηκε πολύ γρήγορα, πριν προλάβει να υπάρξει κάποια αντίδραση από τις Αρχές.

«Ήταν μια πυρκαγιά που κινούνταν πολύ γρήγορα, ήταν χαμηλή φωτιά», είπε η Λόρι Μουρ-Μέρελ της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ. «Ξεπερνούσε οτιδήποτε θα μπορούσαν να κάνουν οι πυροσβέστες τις πρώτες πρωινές ώρες».

«Οι πυροσβέστες πρέπει να επαινεθούν για τις ενέργειές τους», πρόσθεσε. Η Μέρελ σημείωσε επίσης ότι οι περισσότεροι πόροι την Τρίτη είχαν επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση άλλων δασικών πυρκαγιών στο νησί.

«Ξαφνικά απλώθηκε το απόλυτο σκοτάδι»

Συνολικά, οι μαρτυρίες των κατοίκων της Λαχάινα αναφέρουν μια φαινομενικά στιγμιαία μεταμόρφωση της πόλης, από ένα ηλιόλουστο, παραλιακό μέρος σε μια τοποθεσία σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής. Πυκνός μαύρος καπνός κατέβαινε καθώς η φωτιά κατευθυνόταν προς το νερό, μετατρέποντας τη μέρα σε νύχτα.

Ο καπνός ήταν τόσο πυκνός, που οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να δουν περισσότερα από λίγα μέτρα μπροστά τους, την ώρα που στάχτες και αποκαΐδια έπεφταν πάνω τους.

«Δεν μπορούσες να τα δεις, οι άνθρωποι έπεφταν ο ένας πάνω στον άλλο προσπαθώντας να διώξουν τα αποκαΐδια», είπε ο Ρίτσαρντ Τένισον.

Περισσότερα από 2.200 κτίρια κατεδαφίστηκαν, τα σπίτια, τα καταστήματα και οι εκκλησίες που πλαισιώνουν τους δρόμους της Λαχάινα έγιναν λιωμένο μέταλλο και στάχτη.

Ο Τένισον παρακολούθησε το μεγάλο σπίτι ενός φίλου του να αποτεφρώνεται. «Το σπίτι του διαλύθηκε μέσα σε 10 λεπτά. Διώροφο σπίτι, οκτώ υπνοδωμάτια… πουφ», είπε. «Απλώς [η φωτιά] ισοπέδωσε ολόκληρη την πόλη».

Καθώς έτρεχε για να βρει καταφύγιο σε ένα παντοπωλείο, ο Τένισον είδε τρία πτώματα. «Άνθρωποι είχαν ήδη αρχίσει να πεθαίνουν», είπε.

Κάτοικοι μηνύουν τις Αρχές για εγκληματική αμέλεια

Στις 4:29 μ.μ., η υπηρεσία διαχείρισης έκτακτης ανάγκης του Μάουι είχε ανακοινώσει δημόσια ίσως την πρώτη της εντολή εκκένωσης , γράφοντας στο X (παλαιότερα γνωστό ως Twitter) ότι οι κάτοικοι της Kelawea Mauka, μιας γειτονιά στην άκρη της Λαχάινα, έπρεπε να φύγουν.

Ο Στιβ Στρόουντ, ένας από τους γείτονες του Λες Μαν, ενημερώθηκε για πρώτη φορά να φύγει από την πόλη αφού είχε περάσει με ποδήλατο μέσα από φλόγες ύψους 3 μέτρων, φτάνοντας στη σχετική ασφάλεια του παντοπωλείου Safeway. Μετά από μια δεκαετία στην Λαχέινα, ακούγοντας τις σειρήνες να δοκιμάζονται κάθε μήνα, δεν καταλαβαίνει γιατί το ίδιο σύστημα δεν τον προειδοποίησε να φύγει νωρίτερα.

Αυτή την στιγμή, στο Μάουι αγνοούνται περίπου 1.000 άνθρωποι.

Την ίδια ώρα, η αναγνώριση των νεκρών είναι προφανές πως δεν θα γίνει γρήγορα. Πέντε ημέρες μετά την πυρκαγιά, μόλις δύο από τους νεκρούς έχουν ταυτοποιηθεί.

Την Παρασκευή, ο κυβερνήτης της Χαβάης Τζος Γκριν είπε ότι ο γενικός εισαγγελέας της πολιτείας θα ηγηθεί μιας έρευνας σχετικά με τις πολιτικές αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης του Μάουι. Ωστόσο, ο ίδιος υπερασπίστηκε την ανταπόκριση της κυβέρνησής του στη φωτιά, κατηγορώντας τους ισχυρούς ανέμους και τις συνθήκες ξηρασίας για την τραγωδία.

«Αυτή η φωτιά ταξίδευε με ενάμισυ χιλιόμετρο λεπτό, με αποτέλεσμα αυτή την τραγωδία», είπε σε δήλωσή του την Κυριακή. «Ένας τυφώνας πυρκαγιάς, κάτι νέο για εμάς σε αυτήν την εποχή της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ήταν ο τελικός λόγος που χάθηκαν τόσοι πολλοί άνθρωποι».

Ωστόσο, πολλοί εκτοπισμένοι είπαν ότι ένιωσαν πως ήταν εγκαταλελειμμένοι.

Η Λιζ Τζέρμανσκι, η οποία έχασε το σπίτι της στη φωτιά, είπε ότι κατηγορεί τόσο την κομητεία όσο και την πολιτειακή κυβέρνηση για τον μεγάλο αριθμό των νεκρών.

«Είτε πρόκειται για την αποτροπή της φωτιάς, είτε για τις ειδοποιήσεις αφότου είχε ξεσπάσει, δεν θα μπορούσαν να έχουν κάνει λιγότερα», είπε.

Η γυναίκα τώρα μηνύει την κυβέρνηση για βαριά αμέλεια, υλικές ζημιές και συναισθηματικό τραύμα.

Το σπίτι της, είπε, είναι πλέον τόπος εγκλήματος. «Ήταν δολοφονία».

eleftherostypos.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ