Ὁ οὐράνιος ἄγγελος, ὁ πρῶτος εὐαγγελιστής τῆς σωτηρίας

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ, ΑΞΙΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥΚΑΣΤΡΟΥ
Ὁ οὐράνιος ἄγγελος, ὁ πρῶτος εὐαγγελιστής τῆς σωτηρίας
Ἡ φετινή 25η Μαρτίου, φορτισμένη ἀπό γενναιόδωρες ἀναμνήσεις, μᾶς ἔφερε καί πάλι ἐν τῷ μέσῳ δύο εὐαγγελισμῶν: ἐκείνου τῆς πρώτης-πρώτης ἐκκλησιαστικῆς μας ἑορτῆς (κυριολεκτούμενος) καί συνάμα τῆς πρώτης-πρώτης νεοελληνικῆς ἐθνικῆς μας ἐπετείου (ἀντιστοιχούμενος).
Βεβαίως, δέν εἶναι “συναρίθμιοι”. Ἡ σωτηριολογική ἐσχατολογία (ἐγκαινιασμένη ἐνιστορικά μέ τόν εὐαγγελισμό τῆς Παναγίας μας) εἶναι ἄλλης διαστάσεως καί ἀφορᾶ σέ ὅλον τόν κόσμο. Ἡ ἐθνική ἐνιστορία (ἐμβαπτισμένη στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας) ἀπό τό γεγονός τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας ἀντλοῦσε ἀναλογικά τίς ἐλπίδες (καί τελικά τίς βεβαιότητες) τῆς ἐθνικῆς ἀπολύτρωσης ἀπό τή δουλεία. Οἱ δέ κήρυκες τῆς ἱστορικῆς ἐπιβίωσης τῆς Ρωμηοσύνης (καί ἔκτοτε μέχρι τούς νεότερους χρόνους οἱ ὁμιλητές τῆς ἐθνικῆς ἑορτῆς) δέν ἔπαυαν νά χρησιμοποιοῦν ἀναλογικά την ”σημαντική” τοῦ χριστολογικοῦ ἑορτασμοῦ καί γιά τόν ἐθνικό ἀναλογικῶς ἑορτασμό.
***
ΚΑΠΟΤΕ, στά μηνύματα τῶν φορέων ἐξουσίας καί τῶν δασκάλων μας καί τῶν σπουδαίων τῆς ὕπατης γνωσιακῆς μας ἐκπροσώπησης, εἴχαμε ἐθισθεῖ καί τό χαιρόμασταν μετά λόγου γνώσεως νά ἀκοῦμε μιάν ἀμοιβαιότητα συμβολισμῶν γι᾽ αὐτές τίς δυό ἐπετειακές ἡμέρες πού ταυτίζονταν ἡμερολογιακά. Ἦταν σχετικά πρόσφατες ἐποχές πού παρίππευσαν χωρίς νά φαντασιώνονται τίς τέλεια ἐκσυγχρονισμένες δυνατότητες τῆς δικῆς μας μεταπροόδου, τουλάχιστον ὅμως παρήγαγαν λιγότερα δείγματα βίας, ἐκμετάλλευσης, ἀνθρωπομηδενισμοῦ.
Ἀπό δεκαετιῶν ἐθιζόμαστε στούς νεοπολιτισμικούς “ἐκσυγχρονισμούς” τοῦ συμβατικοῦ λεξιλογίου, πού εἴτε δέν ἔμαθε ποτέ εἴτε ἐθελαγνοεῖ τήν… ἀρχαία ἑλληνική τῶν ψαλλομένων στίς ἐπίσημες συμβατικές Δοξολογίες τῶν καθεδρικῶν ναῶν. Πρός τίς παρελάσεις τοῦ συνεθνικοῦ μας μόχθου, ἀκοῦμε κάποιες πολιτικά καί πιλοτικά εὔγλωττες “ὑπόδειλες” σημειώσεις γιά ἐθνική συνοχή, γιά ἄρτιο σύγχρονο ἐξοπλισμό, γιά τήν οἰκονομική σταθερότητα (πολύτιμες βεβαίως συντεταγμένες συνέχειας), γιά τήν τυχαιότητα μιᾶς εἰρηναίας τοπικῆς εὔνοιας τοῦ ἱστορικοῦ μας παρόντος. Καλά ἀσφαλῶς κι αὐτά καί πολύτιμα, πάντως ψωμωμένα ἀπό τό ριζιμιό μας σέ τοῦτο τό “ἀκρωτήρι τῆς ἐλπίδας”.
Ὅμως, ὅλα τά μηνύματα κατά παραγγελίαν πάσχουν φοβικότητα περί τήν φιλοπατρία καί τή λεβεντιά καί τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τό ἐκκλησιασμένο μεγαλεῖο καί τό φιλότιμο καί τήν ὁρκισμένη αὐτοθυσία καί τίς διαφωτισμένες συνδρομές πού συλλογικά καί συνολικά καί ἀλληλέγγυα ὅλα μαζί ἐνέπνευσαν τή μεγαλοσύνη τῆς πρώτης καίριας πανεθνικῆς μας ἐπετείου. Διστάζουν -θαρρεῖς- οἱ σπουδαῖοι τῆς ἐπικαιρότητος μᾶλλον ἀγνοητεύουν σκοπίμως περί τήν κομβική ἰδιοσυστασία τῆς 25ης Μαρτίου 1821: “γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία…”, “εἴπαμε πρῶτα ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος…”, “ὁ Θεός ἔβαλε τήν ὑπογραφή του γιά τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος μας καί δέν τήν παίρνει πίσω…”, “ἀπ᾽ τά κόκκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά… ἀντρειωμένη λευτεριά”.
***
ΤΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ, τό συνθηματολόγιο καί δυστυχῶς τό νοηματολόγιο τῶν πολιτειακῶν καί τῶν πολιτισμικῶν τῆς λιπαρᾶς ἀμερικανικῆς ἤ εὐρωπαϊκῆς πανεπιστημοσύνης ἀγνοεῖ τήν ἀλφαβήτα τοῦ “Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον…” καί ἐκεῖνον τόν χιλιοτραγουδισμένο διαιώνιο ὕμνο “Τῇ Ὑπερμάχῳ…”. Καταφρονεῖ συνάμα τά μοναστήρια, τούς μεταβυζαντινούς ναούς, τά ἄπαρτα κάστρα τῆς κλεφτουργιᾶς, τούς μοναστηριακούς πυλῶνες τῆς νεομαρτυρικῆς πανεθνικῆς ἀντοχῆς, τήν κλειστή πόρτα μέ τό σχοινί τοῦ Πατριάρχη, τήν ἐκκλησιά στό Χρυσοβίτσι τοῦ Κολοκοτρώνη, τόν καλόγερο στό Κοῦγκι, τίς ἀδούλωτες μέχρι θανάτου λεβέντισσες κοπελιές καί τά γενναῖα παλικάρια τῆς πρώτης ἅγιας ἐθνικῆς μας ἀντίστασης. Παρ᾽ ὅλα τά ἄλλα στραβά τῆς φυλῆς μας, ἀλλά καί τά λαμπρά θούρια τῆς ἀρετῆς μας.
Φθάσαμε στό σημεῖο νά καταφάσκουμε ὁμοφώνως καί δημοσίως περισπούδαστους δικτατορίσκους τῶν νεοσυρμῶν, πού σέβονται μέν τά λατρεμένα ἰδιωτικά τους ἀγαπίσματα κάθε λογῆς (καί τά ἀφήνουν ἀνέγγιχτα ἀπό τήν γκροτέσκο τέχνη τους), ἀλλά ἀκρωτηριάζουν καί καταμελαίνουν (τό λιγότερο) τίς ἱερότερες πανεθνικές ἀναγωγές τῆς Ρωμέηκης ἀνδρειοσύνης καί τίς λεπτότερες ποιητικές εὐαισθησίες τῆς ὅποιας πνευματικῆς εὐεξίας καί τῆς διαχρονικῆς μας κοινωνικῆς εὐοδίας. Διακωμωδιακή κατάχρηση τραγωδιακῆς αὐθαιρεσίας ἐπί τοῦ τραγικότερου προνομίου μας, τῆς ἐλευθερίας προσδιορισμοῦ καί δημιουργίας, ἀναφορᾶς καί κοινωνικότητας, ἱερῆς ὑπαρκτικῆς ἀναφορικότητας. Ἄθλια κατάχρηση διακοινωνούμενων ὁρίων, χρεία ὁρῶν διασωλήνωσης, μήπως καί ἀναζήσουν ἴχνη ἀπολεσμένης ὀμορφιᾶς τοῦ κοινωνικοῦ μας “εἶναι” καί συνεῖναι.
Πρέπει νά τό πάρουμε ἀπόφαση.
Στό κρίσιμο “σημεραύριο” πού τρέχει ἀσυλλόγιστα νά μᾶς ταυτοποιήσει [ἀπό τό σχεδιαστικά προβλεπόμενο μέλλον] ἀποκλειστικά τεχνητονοημόνως, ἀπό τό μέλλον ἑνός ἀπροσδιόριστου τεχνητοῦ μετακόσμου, δέν εἶναι ἀναχρονισμός νά σεβόμαστε τά ἐρείσματα τῆς συλλογικῆς μας ψυχῆς, σάν ἐφηβίσκοι πού διστάζουν νά ὁμολογήσουν τήν καταγωγή τους στό “σήμερα”.
Τουναντίον!
Εἶναι ὁροθεσία ἑτεροπροσδιορισμῶν καί ἑτεροχρονισμῶν, δεοντολογία ὑπαρκτικῆς ἐλευθερίας.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ τό ἀνθρώπινο μέτρο σ᾽ αὐτούς τούς ἀπό πολλῶν δεκαετιῶν ἀσύλληπτα μεταπροοδευτικούς σχεδιασμούς καί τίς ὁλοέν διευρυνόμενες ἀνοικτές διεργασίες “ἀλγοριθμικῆς ἐνανθρωπήσεως” τοῦ τεχνητοπαραδείσου, πού σήμερα μέν ἐνυλώνονται ἐνωφελίμως, ὅμως γιά τό αὔριο καί τό μεθαύριο “ἀπροβλεπτίζονται”…
…Ἀναζητοῦμε ἕνα μέτρο. Τό ὀφείλουμε στό ἀνθρώπινο εἶδος ἐπί τοῦ πλανήτη γῆ. Ξαναθυμόμαστε ἐκεῖνο τό φιλοσοφημένο “μέτρον ἄριστον”. Ποιός ἤ ποιοί καί πότε θά τό ἐννοήσουν καί θά τό ἐφεύρουν, θά τό ὁρίσουν καί θά τό ἐπικαιροποιήσουν αὐτό τό μέτρο; Παραμένει εἰσέτι ἀνοικτό τό πεδίο τῶν ἀποκρίσεων καί τῶν ὁριακῶν κρίσεων, ἀνθρωπινῆς ἐπιτυχίας ἤ ἀποτυχίας.
Ὡστόσο ἐμεῖς, ἐδῶ καί τώρα, προκαλούμεθα νά μήν ἀπωλέσουμε τόν ἀνθρωπινό μας ὑπαρκτικό προσανατολισμό.
***
ΠΡΟ(Σ)ΚΑΛΟΥΜΕΘΑ νά μήν ἀπωλέσουμε τόν εὐαγγελισμό τῆς ἀνθρωπινῆς ὀντολογίας καί σωτηρίας, ἕνα ἀνοικτό θεϊκό δῶρο πανανθρώπινης ἐμβέλειας, ἕνα ἄληκτο θεϊκό δῶρο στά ἀνθρωπινά μας μέτρα.
«Εὐαγγελίζεται ὁ Γαβριήλ τῇ Κεχαριτωμένῃ σήμερον· χαῖρε, ἀνύμφευτε Κόρη καί ἀπειρόγαμε, μή καταπλαγῇς τῇ ξένῃ μου μορφῇ, ἀρχάγγελός εἰμι, μηδέ δειλιάσῃς· νῦν εὐαγγελίζομαί σοι τήν χαράν, καί μενεῖς ἄφθορος καί τέξει Υἱόν τόν Κύριον».
Ὁ οὐράνιος ἄγγελος (ἀπεσταλμένος) Γαβριήλ ὑπῆρξε ὁ πρῶτος συγκεκριμένος εὐαγγελιστής τῆς σωτηρίας, στό διάλογο του μέ τήν Παρθένο, τήν Ἀειπάρθενο Θεοτόκο. Μετά τίς τόσες συγκλονιστικές θεοφάνειες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τώρα ἔχουμε τήν θεοφάνεια τῆς ἐνανθρώπησής Του ἀπό τήν Παναγία μας. Ἔχουμε κάτι πού ὁ θεολόγος βυζαντινός ἀνθρωπιστής, ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, τό ὁρίζει ὡς “παραμερισμό τοῦ Θεοῦ” στή θέση ἀποδέκτη τοῦ ἀνθρώπινου δώρου. Ὁ Θεός μετριάζει κι ἀποδέχεται νά πάρει ἀπό μᾶς τήν ἀνθρώπινη κτιστότητα, παραμένοντας ὡς Θεός ἀναλλοίωτος καί συνάμα μετατρέποντας πάνω Του τό δικό μας φτωχό δῶρο σέ κόσμημα καί βασιλεία.
Καί πῶς ἔγινε αὐτό;
ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ, χάρη στήν ἀποδοχή τοῦ εὐαγγελισμοῦ καί τήν ὑπακοή συνεργασίας τῆς Παναγίας. «Χάρη στή δική της [ὁλοτελή κι ἀψεγάδιαστη, ἀνιδιοτελή καί θεοφιλέστατη] ὡραιότητα, ἀνέδειξε ὡραία τήν κοινή ἀνθρώπινη φύση. Καί κατέκτησε τόν ἀπαθή. Ὁπότε ἔγινε ἄνθρωπος ἐξαιτίας τῆς παρθένου Ἐκεῖνος πού ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας ἦταν στούς ἀνθρώπους μισητός» (εἰς τόν Εὐαγγελισμόν, 1-2).
Τό “ἀνθρωπίνως” τῆς ὑπακοῆς τῆς Παναγίας κατέστησε δυνατό θαυμαστῶς τό “ἀνθρωπίνως” τῆς συγκατάβασης τοῦ Θεανθρώπου Υἱοῦ καί Θεοῦ Της, γιά νά μᾶς προσφέρεται ἀπ᾽ Αὐτόν ἔκτοτε “πανανθρωπίνως” καί νά γίνεται “ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος”.
***
Μέ τήν ΠΑΝΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ἀπορρίψαμε τόν Θεό ὡς “μισητό”, ὡς “ἀχρείαστο”, ὡς “ἀταίριαστο” μέ μᾶς, προτιμώντας τήν αὐτοαναφορικότητα. Ἐκπέσαμε τοῦ παραδείσου τῆς θεοκοινωνίας. Ὑπῆρξαν ἄνθρωποι πού ἐπιχείρησαν νά τό ξεπεράσουν αὐτό, μέ ἀμοιβαῖες πρωτοβουλίες “ὑπακοῆς” καί “κοινωνίας” Θεοῦ κι ἀνθρώπων, ὅμως μόνο γιά τήν δική τους βιολογική ἐπικαιρότητα καί τήν βιολογική ἐπικαιρότητα κάποιων ἀπογόνων τους. Δυνάμει τῆς μελλοντικῆς θεανθρωπικῆς πραγματώσεως τῆς σωτηρίας. Ὅμως, δέν ἄλλαζε τίποτε ριζικά γιά ὅλους συνολικά τούς ἀνθρώπους, πού εἴχαμε “μισητό” τόν Θεό, ἀπορριπτέο τόν Θεό [καί συνεχίζουμε τέτοιες ἐπιλογές].
Ὅμως, ἡ Παναγία ἔσπασε αὐτήν τήν καταραμένη ἐπιλογή, προσέφερε ὁλότελα τόν ἑαυτό Της στήν ἐθελοταπείνωση τῆς σάρκωσης τοῦ Θεοῦ. Γιά χάρη ὅλων μας (“οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὀ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν…”). Ὁ δρόμος ἄνοιξε γιά ὅλους (“…ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόλληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον”). Δρόμος εἶναι ὁ Χριστός μας, ὁ σαρκωμένος Θεός. Ἄνοιγμα τοῦ δρόμου στάθηκε ἡ ἴδια ἡ Παναγία μας, ἡ παρουσία, ἡ τελειότητα ἀναφορᾶς, ἡ ὑπακοή, ἡ ὡραιότητα τῆς τέλειας παρθενικῆς συνδρομῆς τῆς Παναγίας στήν ἀνθρώπινη συγκατάβαση, κυοφορία, γέννηση, ζωή, σταύρωση, ἀνάσταση, ἀνάληψη τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Της.
Γιά μᾶς εἶναι πού ὁ Γαβριήλ προσφωνεῖ τήν παρθένο Μαριάμ “χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ… εὗρες χάριν παρά τῷ Θεῷ… Τέξῃ υἱόν καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν… Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι” (Λουκ. 1). Ὁ ἀρχάγγελος εὐαγγελίζεται θεῖες βεβαιότητες, αὐτές πού συνιστοῦν τήν ἱστορική ἐσχατολογική πορεία τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο.
Γιά μᾶς εἶναι πού καί ἡ κυοφοροῦσα Ἐλισάβετ δέχεται τρόπον τινά τίς ἄμεσες σωτήριες συνέπειες τοῦ γενόμενου εὐαγγελισμοῦ τῆς πολύ νεότερης Παναγίας μας. Ὁπότε τήν προσφωνεῖ: “… εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου… ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου [Θεοῦ μου] πρός με…”.
Τό γεγονός αὐτό καί δώρημα εἶναι πανανθρωπίνως [καί ὑπερκοσμίως] ἀπροσμέτρητο.
Ἔκτοτε μᾶς χαρίζεται πεντακάθαρη ἡ αἴσθηση τῆς θεοκτισίας μέ μιά δυνατότητα τελειότερη, μέ τή θεομεθεξία στό Χριστό, ὡς ἐγκεντρισμός καί συμμελία Ἐκκλησίας. Καί τά ἐπιβεβαιώνει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού τά ἐνήργησε καί δέν παύει νά ἐνεργεῖ σωστικά στήν Ἐκκλησία (ὅπως καί θεοπρονοητικά στόν κόσμο).
***
ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΑΥΜΑ τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς σωτηρίας τό χαίρονταν οἱ ἥρωες καί οἱ ἡρωΐδες τοῦ 1821 ὡς δεδομένο πίστεως, σφραγισμένης μέ μιά διάρκεια μαρτυρικῆς ἐκκλησιαστικότητος, ἐθναρχικῆς ἀναφορᾶς, διαχρονικῶν ἀθλημάτων (ἀποφασισμένης καί χαριτωμένης) ἀδούλωτης αὐτοθυσίας νεομαρτύρων, ὁσίων καί δικαίων, πού μετεχόταν ἀπό τούς ὑποδούλους ὡς χαριτωμένη ὑπομονή καί ἀντοχή καί (παθητική ἤ ἐνεργητική) ἀντίσταση, χάρη στόν καθορώμενο φωτόμορφο δοξασμό τῶν νεομαρτυρικῶν σωμάτων ἤ καί τόν ἐνορώμενο κατ᾽ ἰδίαν καθοδηγητικό θεϊκό δοξασμό τους.
Ἐπρόκειτο γιά μιά “συλλογικότητα” πίστης καί συνάμα ἐθνικῆς ταυτοποίησης.
Πάνω σ᾽ αὐτήν τήν ἀπερινόητη συγκατάβαση τοῦ θείου Εὐαγγελισμοῦ ἐστήριζαν τίς βεβαιότητες εὐαγγελισμοῦ καί πραγμάτωσης τῆς ἱστορικῆς σωτηρίας τῆς Ρωμηοσύνης. Καί δέν ἀδικήθηκαν.
Ὅσο γιά μᾶς ἔχουμε χρέος ἀνοικτό, ἀνεξόφλητο, ἀδιατίμητο, νά τά ξαναζοῦμε καί νά τά μεταδίδουμε στίς νεότερες γενιές.
† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως & Πολυκάστρου Δημήτριος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Εξιχνίαση έξι περιπτώσεων κλοπών σε περιοχές της Πέλλας
29 Μαρτίου 2025
ΣΧΟΛΙΑ