Οι τοπικές ποικιλίες κερασιάς της Π.Ε. Πέλλας με “επώνυμο”: 1. Μπακιρτζέικα
Ιστορικό – Κύρια χαρακτηριστικά – Καλλιεργητική αξία – Εξάπλωση
Κωνσταντίνος Καζαντζής1, Συμεών Μαρνασίδης2
1: ΕΛ.Γ.Ο. «ΔΗΜΗΤΡΑ», Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, Τμήμα Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δένδρων Νάουσας.
2: Π.Ε. Πέλλας, Δ/νση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Πέλλας, Τμήμα Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου.
- Εισαγωγή.
Η κερασιά εμφανίζεται στη χώρα μας από αρχαιοτάτων χρόνων, γεγονός που συνηγορεί στην καλλιέργεια του είδους σε όλη την επικράτεια, ακόμη και στα νησιά μας. Μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αναδείχθηκαν ομογενοποιημένοι σε χαρακτηριστικά πληθυσμοί δένδρων ως ποικιλίες ή εντοπίστηκαν ξαφνικά τυχαία σπορόφυτα που απόκτησαν χαρακτηριστικά ποικιλίας ή εισήχθησαν από το εξωτερικό αξιόλογες ποικιλίες και προσέλαβαν ιδιαίτερα και εξαιρετικά καλλιεργητικά χαρακτηριστικά στα κατά τόπους μικροκλίματα, με αποτέλεσμα να εμφανιστεί πλήθος τοπικών ποικιλιών, συνήθως με ονομασία τοπωνυμίων (π.χ. Κηφισιάς, Αρκαδίας, Χίου, κ.ά.) που μπορεί να συνοδεύονταν με κάποιο χαρακτηριστικό του καρπού (π.χ. Τραγανά Κομοτηνής, Μαύρο Τριπόλεως, Πρώιμο Κολινδρού, κ.ά.).
Κάποιες όμως νεότερης χρονικά εμφάνισης τοπικές ποικιλίες, ονομάστηκαν από το όνομα αυτού που τις εντόπισε ή διέδωσε. Στο παρόν πόνημα θα γίνει λόγος για τις ποικιλίες με “επώνυμο” της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας, που αποτελεί και την κυριότερη περιοχή καλλιέργειας κερασιάς στην Ελλάδα, αρχής γενομένης από τα Μπακιρτζέικα.
- Μπακιρτζέικα.
Η ποικιλία οφείλει το όνομά της στον αγρότη από τον Άγρα Έδεσσας κο Αναστάσιο Μπακύρτση (διαδόθηκε όμως από το τότε Ινστιτούτο Φυλλοβόλων Δένδρων ελαφρώς παρεφθαρμένα ως Μπακιρτζέικα), ο οποίος πρώτος αντιλήφθηκε την καλλιεργητική της αξία και την εμπορική δυναμική που θα μπορούσε να έχει.
Αναστάσιος Μπακύρτσης (1927-2002)
Καρποί ποικιλίας Μπακιρτζέικα
Ιστορικό: Τη δεκαετία του 1930 ο εδεσσαίος γεωπόνος Αναστάσιος Γαζέπης έκανε δώρο ένα δενδρύλλιο κερασιάς, προερχόμενο από την Ιταλία, στον αγρότη από τον Άγρα Πέλλας Κωνσταντίνο Πάσκα, ο οποίος το εγκατέστησε στον κήπο του μαζί με άλλα δένδρα της ποικιλίας Τραγανά Εδέσσης. Ο κληρονόμος του κου Πάσκα, Τρύφων Πέτκος, στα επόμενα χρόνια συγκόμιζε τους καρπούς του συγκεκριμένου δένδρου νωρίτερα, μαζί με τα Τραγανά Εδέσσης, σε ελαφρώς άγουρη κατάσταση, νομίζοντας ότι πρόκειται για άρρωστο δένδρο. Ο κάτοχος του γειτονικού κήπου Αναστάσιος Μπακύρτσης παρατήρησε τη δεκαετία του 1950 ότι πρόκειται για διαφορετική ποικιλία από την Τραγανά Εδέσσης, την πολλαπλασίασε για δοκιμαστικούς λόγους στην αρχή και κατόπιν την εγκατέστησε σε δικούς του αγρούς, πείθοντας και τον εξάδελφό του Ιωάννη Μπακύρτση να κάνει το ίδιο.
Η ποικιλία δεν βρήκε στην αρχή καλή αποδοχή από το εγχώριο εμπορικό δίκτυο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 όμως εστάλησαν εξαγωγή στη Γερμανία (Μόναχο) από τον συνεταιρισμό Έδεσσας-Σκύδρας, 1000 τελάρα ποικιλίας Μπακιρτζέικα, υπό την ευθύνη των Αναστάσιου και Ιωάννη Μπακύρτση. Η παρτίδα αυτή βρήκε μεγάλη αποδοχή και πωλήθηκε κατά ένα μάρκο / κιλό ακριβότερα από τα κεράσια των άλλων ποικιλιών. Αυτή η κίνηση καθιέρωσε την ποικιλία Μπακιρτζέικα στη συνείδηση των κερασοπαραγωγών ως μια ξεχωριστή ποιοτική ποικιλία με εξαγωγική δυναμική (έγινε και τηλεοπτικό θέμα στο κανάλι ΥΕΝΕΔ της εποχής) και η διάδοσή της για καλλιέργεια στην περιοχή έγινε ραγδαία.
Ιχνηλάτιση / χαρακτηρισμός ποικιλίας: Ως ονομασία της ποικιλίας του αρχικού ιταλικού δενδρυλλίου έφτασε στις μέρες μας να λέγεται ότι είναι η ποικιλία Verona, που μάλλον πρόκειται για την παλιά ποικιλία Durone di Verona. Κατόπιν έρευνάς μας (σε ιταλικές πηγές και γεωπόνους) δεν βρέθηκε ιταλική ποικιλία με όνομα σκέτο Verona, αντιθέτως βρέθηκε η Bianca di Verona που είναι γαλανή (ωχροέρυθρη), η Marasca di Verona που είναι ποικιλία βυσσινιάς και η Durone di Verona που πιθανολογούμε ότι πρόκειται για την εν λόγω ποικιλία (βάσει και φαινολογικών χαρακτηριστικών).
Συνώνυμες ονομασίες: Μπακιρτζή, Μπακιρτσέικα, Μπακιρτσή, Άγρα, Πέλλα, Όψιμο Τραγανό Εδέσσης-Άγρα, Μπακίρια.
Κύρια χαρακτηριστικά: Πρόκειται περί ζωηρής, παραγωγικής, τραγανής, μεγαλόκαρπης ποικιλίας (10,1 g κατά μέσο όρο από αξιολογήσεις του Τ.Φ.Ο.Δ.Ν.). Συγκομίζεται όταν ο χρωματισμός του καρπού είναι λαμπρός κόκκινος, πριν γίνει πιο σκούρος, επειδή μαλακώνει. Σε πολύ ορεινές περιοχές μπορεί να συγκομιστεί και οψιμότερα, στο στάδιο του σκούρου κόκκινου χρωματισμού, χωρίς επιπτώσεις στην τραγανότητα. Έχει τρομερές αντοχές στην αποθήκευση στους ψυκτικούς χώρους, γεγονός που την καθιστά πολύ ελκυστική για τους εμπόρους. Το κύριο γευστικό χαρακτηριστικό του καρπού είναι η ξυνοπικρόγλυκη (πικάντικη θα λέγαμε) γεύση του, που τον καθιστά ανάρπαστο στις αγορές της Κεντρικής Ευρώπης, επειδή οι γευστικές προτιμήσεις αυτών των λαών δεν συνάδουν με τα πολύ γλυκά.
Καλλιεργητική αξία / Εξάπλωση: Η ποικιλία εξαπλώθηκε ραγδαία μετά την καλλιεργητική αποδοχή της, ιδιαίτερα τις δεκαετίες του 1980 και 1990, στα ορεινά της Έδεσσας κατ’ αρχάς και σε άλλες περιοχές της Πέλλας και Ημαθίας αργότερα. Σήμερα όμως έχει μειωμένη δυναμική φυτεύσεων και καλλιεργητική συρρίκνωση λόγω προβλημάτων καρπόδεσης που εμφάνισε σε πολλές πεδινές και ημιορεινές περιοχές, που αποδίδονται σε διάφορες πιθανές αιτίες όπως π.χ. η κλιματική αλλαγή ή λόγω της εισαγωγής νέων, εμπορικών, αξιόλογων όψιμων ποικιλιών. Παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να διατηρεί κάποια καλλιεργητική και εμπορική αξία, κυρίως εξαιτίας της εξαιρετικής ανταπόκρισής της στη συντήρηση σε ψυκτικούς θαλάμους (για τον εμπορικό κόσμο) και της ιδιαίτερης γεύσης του καρπού (για το καταναλωτικό κοινό που έχει τέτοιες γευστικές προτιμήσεις).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Στα ύψη οι τιμές του καφέ – Στο +80% από πέρυσι, οδηγούν σε νέες ανατιμήσεις
20 Δεκεμβρίου 2024 -
ΑΕΚ-ΠΑΟΚ: Η Πειθαρχική της ΕΠΟ κάλεσε τον Ηλιόπουλο και τις δύο ΠΑΕ
20 Δεκεμβρίου 2024
ΣΧΟΛΙΑ